Κριτικές, Υπερρεαλισμός, Κολάζ...

             "Ο δρόμος πέρα από τον υπερρεαλισμό (γράφει ο Λίνος Πολίτης τον Νοέμβριο του 1966) φτάνει σε θαυμαστό αποτέλεσμα με την ποίηση του Ελύτη. Η καινούρια ποιητική ελευθερία κάνει εδώ ν' αναβλύσει μια ποίηση χαρούμενη, νεανική, πλημμυρισμένη από φως και από Αιγαίο, κυριαρχημένη ακόμα, σε αντίθεση με τον πρώτο υπερρεαλισμό, και από μια μεσογειακή αίσθηση του μέτρου και της τάξης. Οι μείζονες αυτοί τόνοι πλουτίζονται και βαθαίνουν με την οδυνηρή εμπειρία των χρόνων του πολέμου και, με το "Άσμα για τον Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας", μέσα από μια καινούρια όραση και αίσθηση ελληνική, φτάνουν στη σφαίρα του υψηλού. Ύστερα από μια μακριά σιωπή, ο Ελύτης, στη συνέχεια της ίδιας αυτής γραμμής, μας έδωσε πρόσφατα το πολύφωνο "Άξιον εστίν" (1959) που μένει ακόμα αινιγματικό και σχεδόν ασχολίαστο ".

           "Τα τοπία του Ελύτη (έγραψε ο Μήτσος Παπανικολάου) έχουν όλη τη διαφανή και την καινούρια ομορφιά των τοπίων που καθάρισαν οι βροχές και οι άνεμοι, κι ακόμη των πρώτων τοπίων της δημιουργίας. Η φύση του είναι νέα και τόσο γοητευτική, σα να την αντικρίζουν για πρώτη φορά τα μάτια του παιδιού ή του κοιμισμένου. Κι εκεί μέσα ο ποιητής, παιδί κι αυτός, πλανιέται μες τις πιο απόκρυφες σκέψεις του, απαλλαγμένος εντελώς από τα δεσμά της λογικής"

           "Οι φραστικές εκπυρσοκροτήσεις που ακούγονται συχνά στα πάσης φύσεως κείμενά του βρίσκονται άλλοτε εντεύθεν και άλλοτε εκείθεν της ίδιας της γλώσσας. Ο λεκτικός του πλούτος δεν έχει ταίρι στα νεότερα γράμματά μας. Η ποίηση του Καβάφη, λ.χ., όπως και του Σεφέρη, έχει γραφτεί με τη χρήση περίπου 3.500 λέξεων. Οι λέξεις που χρησιμοποιεί ο Ελύτης είναι υπερδιπλάσιες: πλησιάζουν τις 8.000!

           Η ποίησή του έφερε έναν αέρα υγείας, τόλμης και φωτός, ως αναγκαία αντίδραση, τουλάχιστον στην πρώτη περίοδό της, στον καρυωτακισμό, ως κατάφαση στην ίδια τη ζωή. Ο πρώιμος χαρακτηρισμός του ως «ποιητή του Αιγαίου» (τον οποίον αργότερα ο ίδιος έβρισκε στενόχωρα περιοριστικό) μπορεί όντως να μην ανταποκρίνεται στη συνολική δημιουργική του πορεία, αλλά δεν αναιρεί την «ανακάλυψη» του Αιγαίου ως ποιητικού θέματος και, ταυτόχρονα, ως χώρου όπου βλάστησε η αρχαιοελληνική λυρική ποίηση με τη «μακρινή εξαδέλφη» του Ελύτη, τη Σαπφώ" Δημήτρης Δασκαλόπουλος.

           Ο καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης θεωρεί τον Ελύτη ως τον κατ' εξοχήν «ποιητή της γλώσσας». “Ο Ελύτης πέτυχε το ακατόρθωτο «Με το ειδικό θάρρος που τού 'δωκεν η Ποίηση» μπόρεσε να σπάσει τους φραγμούς της συμβατικής γλώσσας και να φτάσει σε μιαν πρωτόγνωρη υπέρβαση των ορίων της νέας ελληνικής γλώσσας, που την χρειαζόταν για να εκφράσει την υπέρβαση της καθημερινής πραγματικότητας. Η δική του ποίηση απαιτούσε μιαν άλλη χρήση της ελληνικής γλώσσας, κυριολεκτικά ποιητική, γλώσσα που να ποιεί, να δημιουργεί νέες σημασίες, νέες σημάνσεις, νέες συνάψεις λέξεων, νέες φράσεις, τέτοιες που να οδηγούν σε πολύσημους συνειρμούς, σε αναπαρθένευση τής πρωτοτυπικής σημασίας των λέξεων, αυτής που πηγάζει από το «έτυμον» της λέξης. Γενικά, κατόρθωσε να επινοήσει μιαν άλλη μορφή αντισυμβατικής γλώσσας, ώστε να ξυπνάει κάθε φορά τη συγκίνηση, το όνειρο, το συναίσθημα, την εικόνα, τη φαντασία, την ικανότητα να βλέπεις μέσα στα πράγματα, τη διαφάνεια δηλ., και να μεταβάλεις τη φευγαλέα στιγμή σε διάρκεια, μια άλλη βασική έννοια της ποίησης τού Ελύτη».

           Θεωρεί ως βάση της γλωσσικής τεχνικής του Ελύτη «τη δημιουργία νέων σημαινομένων στο επίπεδο της φράσης, στο επίπεδο της σύναψης των λέξεων, το άνοιγμα των εκφραστικών ορίων της γλώσσας, μ' έναν τρόπο εντελώς προσωπικό, εύκολα αναγνωρίσιμο, εξαιρετικά δημιουργικό και πολύσημο, αλλά και εξαιρετικά δύσκολο να μεταφερθεί σε άλλη γλώσσα. Αυτή την τεχνική, τους νεολογισμούς στο επίπεδο της φράσης, τους «συνταγματικούς νεολογισμούς», που παίρνει ποικίλες μορφές (μεταφοράς, εξεικονισμού, συνειρμικών ανακλήσεων, διακειμενικών συνδέσεων κλπ.), με κοινό αποτέλεσμα τη μετασημασιολόγηση της κοινής κυριολεκτικής σημασίας των συναπτομένων λέξεων, τη δημιουργία νέων σημείων, ο Ελύτης την αξιοποιεί εις το έπακρον, τόσο που να μπορεί, νομίζω, να αποκληθεί ως ο κατ' εξοχήν «ποιητής της φράσης» σε αντίθεση με «ποιητές της λέξης» όπως είναι λ.χ. ο Σολωμός, ο Παλαμάς ή και ο Σεφέρης».

           Στο αφιέρωμα της εφημερίδας «Καθημερινή» στον Οδυσσέα Ελύτη (25/9/1994) ο Ευγένιος Αρανίτσης αναφέρει μεταξύ άλλων:

           « Έδωσε στην ηλιοφάνεια ένα μυσταγωγικό νόημα, συνέδεσε τον «καιρό» με τις πιο ουσιαστικές σημασίες της ανθρώπινης περιπέτειας, τη νοσταλγία του Παραδείσου, το βίωμα της παιδικής αθωότητας, το ποιητικό θαύμα, τη διαφάνεια ως τρόπο αναγνώρισης του αρχέτυπου στο φυσικό κόσμο, την ίδια τη μεταφυσική του τοπίου».

           «Το φως στην Ελλάδα δεν απορροφάται απ’ τα χρώματα αλλά τ’ απορροφά… Το φως είναι ρίγος. Το βαθύ γαλάζιο τ’ ουρανού και το ασυνήθιστα έντονο μπλε του πελάγους κυριαρχεί στον Ελύτη περισσότερο σαν μια στερεοποιημένη ιδέα, σαν το ποιητικό καθρέφτισμα στην ύλη μιας μεταφυσικής κατηγορίας ή μιας ψυχικής κατάστασης.

           Το φως εδώ είναι αποκαλυπτικό, αιώνιο, συνεκτικό των πάντων, ακριβές όργανο ενός τέλειου ζυγίσματος, ορατού και αοράτου, που ο Ελύτης το αποκαλεί «Δικαιοσύνη»… Το αρχικό φεγγοβόλημα των ιδεών καταλήγει, χάρη σε τούτο το θάμβος, σε πυράκτωση, σε μια ραγδαία νοηματοδότηση που συντρίβει την κυριολεξία των πραγμάτων ελευθερώνοντας το ονειρικό, το συμβολικό τους εκτόπισμα.

           Για τον Ελύτη «η διαφάνεια είναι το ίδιο το τοπίο ιδωμένο σαν σύμβολο μιας εσωτερικής δράσης που η επαλήθευσή της, στη θέα, στην όραση, στο φως, η εξωτερική της αντανάκλαση, γαληνεύει το σύμπαν, φωτίζει την αρχετυπική ενότητα ανθρώπου— τοπίου, εσωτερικού και εξωτερικού κόσμου, ηλιοφάνειας και ποιήματος, ηθικής και αισθήσεων».

Από τη μονογραφία «Χρόνος και Παράδεισος κατά τον Ελύτη»

 

Πολύτιμο βοηθό για την προσέγγιση του έργου του Ελύτη αποτελεί η «Εισαγωγή στην Ποίηση του Ελύτη. Επιλογή κριτικών κειμένων» των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης (Ηράκλειο, 2000), την οποία επιμελήθηκε ο γνωστός Νεοελληνιστής Mario Vitti.

Για την προσέγγιση του «Ήλιου του Πρώτου» (και όχι μόνο) πολύ χρήσιμα είναι τα εξής κείμενα του τόμου:

· «Ο πρώτος Ελύτης» Ανδρέα Καραντώνη (δύο κείμενα στον τόμο)

· «Η συνείδηση του ελληνικού μύθου» Πάνου Θασίτη

· «Η μαγεία του Οδυσσέα Ελύτη» Νίκου Δήμου

· «Μονάχα οι λέξεις δεν μου αρκούσανε» Ανθούλας Δανιήλ

· «Ποιητική Μεταγλώσσα και Μεταγλωσσική ποίηση στον Ελύτη» Γιώργου Μπαμπινιώτη

· «Ερωτισμός και αισθησιασμός στον Ελύτη» Γιώργη Γιατρομανωλάκη

 

 

                                                                    

Δείτε τα κολάζ του Ελύτη εδώ  και εδώ

Τα κολάζ του τα αποκαλούσε συνεικόνες και ο λόγος της δημιουργίας τους ήταν να φανεί μέσω αυτών «μια οραματική δύναμη ενοποίησης του θρυμματισμένου κόσμου, δηλαδή το πρωτείο του βλέμματος (του βλέμματος που συλλαμβάνει το ιερό) απέναντι στη γλώσσα και επομένως μια λυρική κλίση κάθετα αντιφιλολογική» Ευγ.Αρανίτσης, Ελευθεροτυπία, 22/1/1999.

«Στα συντακτικά στοιχεία των κολάζ, είτε προέρχονται από φωτογραφίες είτε από έργα τέχνης, σταχυολογούμε το ευρετήριο του φανταστικού μουσείου του ποιητή… Τα κολάζ του Ελύτη σε ξεναγούν στην ποιητική του. Προτείνουν μια οπτική ανάγνωση των τρόπων της ποίησής του. Γι’ αυτό την καλύτερη φιλοξενία τους τη βρίσκουν πλάι πλάι στους στίχους του, μέσα στα βιβλία του… Η ζωγραφική του Οδυσσέα Ελύτη είναι μια οπτική επαλήθευση της ποίησής του» (Λαμπράκη - Πλάκα, 25/9/1994).

 

Δείτε εδώ τον λόγο του Οδυσσέα Ελύτη κατά την τελετή απονομής του Νόμπελ Λογοτεχνίας (1979). Είναι απόλυτα διαφωτιστικός ως προς το έργο του και την τέχνη του.

 

Δηλώσεις για το θάνατό του ( 18/3/1996)